αυτεπικονίαση

αυτεπικονίαση
η
βιολ. η επικονίαση του στίγματος ενός άνθους από γύρη που παράγεται από το ίδιο άνθος ή από άλλο άνθος του ίδιου ατόμου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • άνθος — Βασικό τμήμα κάθε φυτού, αν και υπάρχουν φυτά που δεν ανθοφορούν.Λέγεται και λουλούδι. Το ά. είναι το μέρος του φυτού που περιέχει τα όργανα της εγγενούς αναπαραγωγής· κατά κανόνα είναι το πιο όμορφο, το πιο φανταχτερό και το πιο ευωδιαστό μέρος… …   Dictionary of Greek

  • ανθός — Βασικό τμήμα κάθε φυτού, αν και υπάρχουν φυτά που δεν ανθοφορούν.Λέγεται και λουλούδι. Το ά. είναι το μέρος του φυτού που περιέχει τα όργανα της εγγενούς αναπαραγωγής· κατά κανόνα είναι το πιο όμορφο, το πιο φανταχτερό και το πιο ευωδιαστό μέρος… …   Dictionary of Greek

  • προτερόγυνος — η, ο, Ν βοτ. (για ερμαφρόδιτα άνθη) αυτός που τα θηλυκά όργανα του ωριμάζουν πριν από τα αρσενικά και αποκλείουν την αυτεπικονίαση επιφέροντας, έτσι, αναγκαστική ετερογονιμοποίηση. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. proterogynous < πρότερος + …   Dictionary of Greek

  • πρωτογυνία — η, Ν 1. βιολ. τύπος διαδοχικού ερμαφροδιτισμού κατά τον οποίο ο οργανισμός περνά από δύο διαδοχικά στάδια, αρχικά θηλυκό και κατόπιν αρσενικό 2. βοτ. φαινόμενο που παρατηρείται στα ερμαφρόδιτα άνθη και κατά το οποίο ο στύλος, το θηλυκό… …   Dictionary of Greek

  • υδροκλειστογαμία — η, Ν βοτ. αυτεπικονίαση ενός άνθους το οποίο παραμένει κλειστό, επειδή είναι βυθισμένο στο νερό. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hydrocleistogamy (< υδρ[ο] * + κλειστογαμία*)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”